ΠΑΛΟΥΚΙ ΛΟΥΚ

Κυριακή 1 Μαΐου 2011

Ο αναρχικός Ηλίας Πετρόπουλος για τον κομμουνιστή Λάκη Σάντα

Tο παρακάτω κείμενο του συγγραφέα Ηλία Πετρόπουλου γράφτηκε ο Παρίσι στις 20-4-1993. Δημοσιεύτηκε, μαζί με την αφήγηση του Λάκη Σάντα, στην εφημερίδα Ελευθεροτυπία στις 31-5-1993 . Ακολουθεί το πρωτότυπο (πολυτονικό) κείμενο:

O Ἐθνικὸς Ήρωας Λάκης Σάντας

Του Ηλία Πετρόπουλου


Γράφω μὲ δέος γιὰ τὸν Σάντα.

Κάθε φορά πού μὲ ἐπισκέπτεται ἕνας ἄγνωστός μου φοιτητής, τὸν ρωτάω ἂν ξέρει τὸν Λάκη Σάντα. Ἡ ἀπάντηση εἶναι πάντα ἀρνητική.

Ἡ ἔλλειψη ἱστορικῆς μνήμης, πού τόσο χαρακτηρίζει τὸν νεοέλληνα, ἀποδεικνύει ὅτι ὁ λαὸς μας πῆρε τὸ κακὸ μονοπάτι. Ὁ Σάντας, μαζὶ μὲ τὸν Γλέζο, ἐπιτέλεσαν μίαν ἐθνικὴ ἡρωϊκὴ πράξη. Καὶ πιὸ συγκεκριμένα, ὁ Σάντας καὶ ὁ Γλέζος εἶναι οἱ πρῶτοι ἀγωνιστές, πού ξεκίνησαν τὴν Ἀντίσταση κατὰ τῶν χιτλερικῶν, ἀνὰ τὴν Εὐρώπη.

Αὐτὸ ἔγινε τὴν νύχτα 30/31 Μαῒου 1941 — δηλαδή, τότε ἀκριβῶς πού ἔπεσε καὶ ἡ Κρήτη στὰ νύχια τῆς Βέρμαχτ. Ἡ ἱστορικὴ στιγμὴ ἦταν τόσον εὐνοϊκὴ γιὰ τὴν νατσιστικὴ Γερμανία, ὥστε τὸ κουράγιο (ἤ, μᾶλλον, τὸ θράσος) τῶν δύο πατριωτῶν μοῦ προξενοῦσε ἀνέκαθεν ἕναν ἱερὸ σεβασμό. Δὲν προτίθεμαι νὰ περιγράψω τὸ γεγονός. Ἁπλῶς, θέλησα νὰ πῶ δυὸ ἐγκάρδιες φράσεις γιὰ τὸν Ἐθνικὸ Ἥρωα Λάκη Σάντα, πού συμβαίνει νὰ εἶναι καὶ ἀγαπημένος μου φίλος. Γνωρίζω, βέβαια, καὶ τὸν Μανόλη Γλέζο ἀπὸ τὴν ἐποχὴ τῆς Χούντας, ὅποτε πέρναγα συχνὰ ἀπὸ τὸ βιβλιοπωλεῖο του (— ἐκεῖ, μάλιστα, συνάντησα μιὰ φορὰ καὶ τὸν Παρτσαλίδη). Ὡστόσο, σήμερα τὸ θέμα μου εἶναι ὁ Σάντας.

Πάντα μου ἐπιθυμοῦσα νὰ γνωρίσω τὸν Σάντα, ἄλλα τὸ ὄνειρο αὐτὸ δὲ γινότανε νὰ πραγματοποιηθεῖ γιατί ὁ Σάντας εἶχε καταφύγει, τὸ 1951, στὸν Καναδά, ὅπου ἔμεινε δώδεκα χρόνια. Τελικῶς, πρὶν εἴκοσι χρόνια, πέσαμε στὴν ἴδια φυλακὴ μὲ τὸν Σάντα. Κι ἐκεῖ φούντωσε ἡ ἔντονη φιλία μας. Ἀπ’ ὅ,τι θυμᾶμαι, ἡ ἰδιόρρυθμη αὐτὴ φιλία — ἀνάμεσα σ’ ἕναν ἀναρχικὸ κι ἕναν κομουνιστὴ — παραξένευε ἰδιαιτέρως τοὺς ἄλλους πολιτικοὺς κρατουμένους. Ὅμως, ὁ Σάντας εἶναι ἕνας ἄντρας πού δὲν κωλώνει μπροστὰ σὲ τέτοιες λεπτομέρειες...

Γράφω μὲ ἀγάπη γιὰ τὸν Σάντα.

Λατρεύω τὶς ἀφηγήσεις. Ὁ Λάκης Σάντας εἶναι γεννημένος ἀφηγητής. Γιὰ νὰ εἶσαι σπουδαῖος ἀφηγητὴς πρέπει νάχεις βιώματα καὶ ἐμπειρίες. Ὁ Σάντας ἔζησε μιὰ ζωὴ γεμάτη. Γι’ αυτὸ καὶ μὲ γοήτευε μὲ τὶς ἀφηγήσεις του. Περάσαμε μέρες καὶ μέρες, κλεισμένοι στὸ κελί μου, αὐτὸς μιλώντας κι ἐγώ ἀκούγοντας. Ὁ Λάκης μιλάει μὲ πάθος, γιατί εἶναι φλογερὸς ἄνθρωπος, γιατί εἶναι αὐθόρμητος καὶ τζόρας.

Μοῦ διηγήθηκε ἀξέχαστες ἱστορίες: ἄλλοτε γιὰ τὸ πῶς πέρασε μὲ καΐκι ὁ Ἄρης

Ὁ Λάκης Σάντας στήν Ἄμφισσα ξεκινώντας με το ἄλογο του για το Λιδωρίκι. Εἶναι Χριστούγεννα τοῦ 1943. Οἱ Γερμανοί ἔχουν ἀρχίσει στήν περιοχή ἐκκαθαριστικές ἐπιχειρήσεις

Βελουχιώτης ἀπὸ τὸ Γαλαξίδι στὸν Μοριὰ (μετὰ ἀπὸ γενναία οὐζοποσία) καὶ ἄλλοτε πώς ὁ ἴδιος ὁ Σάντας μαζὶ μὲ τὸν Φλωράκη ἔμειναν κρυμένοι, τρεῖς μέρες, σὲ μιὰ τρύπα γιὰ νὰ σωθοῦν ἀπὸ τοὺς φασίστες. Ὅλα ὅσα μοῦ εἶπε ὁ Λάκης εἶναι χαραγμένα στὴ μνήμη μου. Καί, προπάντων, ἡ ἀφήγηση τῆς ἱστορίας μὲ τὴν χιτλερικὴ σημαία τῆς Ἀκρόπολης. Ὁμολογῶ ὅτι θάθελα πολὺ νὰ ξανακούσω τὸν Λάκη, νὰ μοῦ ἀφηγεῖται ἐκεῖνες τὶς ἱστορίες πού συνταράξανε τὴ γενιά μας.

Γράφω γιὰ νὰ τιμήσω τὸν Σάντα.

Τὴν ἐποχὴ πού ὁ Λάκης Σάντας καὶ ὁ Μανόλης Γλέζος κατέβαζαν τὴν σημαία μὲ τὴν σβάστικα δὲν ἀνῆκαν στὸ Ε.Α.Μ. Ἡ ἔνταξή τους στὴν Ἀντίσταση ἔγινε τὸ 1942. Ὡστόσο, φαίνεται ὅτι ἤδη ἤσανε ἀριστεροί. Τυπικά, ἡ ἔννοια τῆς Ἀριστερᾶς ἀνάγεται στὴν Γαλλικὴ Ἐπανάσταση. Ἀλλά, ἡ Ἀριστερὰ καὶ ὁ Ἀναρχισμὸς εἶναι πανάρχαιες ἔννοιες. Βλέποντας τὰ πράγματα κάτω ἀπὸ μιὰ πλατύτερη ὀπτική, μπορεῖς νὰ πεῖς ἀνέτως ὅτι οἱ ἰνδοὶ φακίρηδες ἤ ἐρημίτες ὁρισμένων ἀποχρώσεων, οἱ κυνικοὶ φιλόσοφοι, οἱ ἄραβες καὶ ὀθωμανοί ντερβίσηδες πού προέρχονταν ἀπὸ κάποιες σέκτες κτλ. ἐκφράζανε μίαν ἰδεολογία διαμαρτυρίας, δηλαδή, μίαν ἀριστερή, ἤ καὶ ἀναρχική, κοσμοθεωρία. Τιμώντας τὸν Σάντα, θέλω νὰ τιμήσω τὴν Ἀντίσταση, τὴν Ἀριστερά, τὴν αἰώνια Ἀριστερά. Σήμερα στὴν χώρα μας, ὅπου τὰ κουρέλια τῆς Νέας Ὀρθοδοξίας, ὅπου οἱ καραγκιόζηδες τοῦ ρατσιστικοῦ ἐθνικισμοῦ, ὅπου οἱ κωλογλεῖφτες τῆς Δεξιᾶς, προσπαθοῦν νὰ δημιουργήσουν ἕνα κλῖμα χαοτικῆς μισαλλοδοξίας, ἡ Ἀριστερὰ παραμένει στὸ ρεῖθρο τῆς πολιτικῆς ζωῆς καὶ — παίρνοντας μίαν ἀνάσα — προετοιμάζει τὴν ἀνασυγκρότησή της. Στὸ πλαίσιο τῆς μπουρζουάδικης δῆθεν-Δημοκρατίας στεκόμαστε ὅλοι μας (μαζὶ καὶ ὁ Σάντας), φαινομενικῶς σαστισμένοι, καὶ περιμένουμε νὰ ξεδιαλύνει ὁ κουρνιαχτὸς πού σηκώθηκε ἀπὸ τὸ γκρέμισμα τῆς Σοβιετικῆς Ἕνωσης, πού μὲ ἐπιμονὴ εἶχε προβλέψει ὁ Καστοριάδης. Μέσα σ’ αὐτὴ τὴ θολούρα ὁ Σάντας παρέμεινε ἁγνός, μὴ ὑποκύπτοντας μήτε στὴν ὅποια πολιτικὴ μόδα, μήτε στὰ δολώματα τοῦ ψευτο-ἀριστεροῦ ΠΑΣΟΚ.

Παρίσι 1993.